Το νέο μουνί

*

του ΘΑΝΟΥ ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ

Στην επίδειξη μόδας του Maison Margiela, που συνέλαβε ιδιοφυώς ο John Galliano και έλαβε χώρα κάτω από τη γέφυρα Alexandre III, στις 26 Ιανουαρίου, στο Παρίσι, εντός της μαύρης φαντασμαγορίας, στο αστραφτερό σκοτάδι προβάλλει το μουνί ενός μοντέλου –για όσους έχουν μάτια να το δουν, όχι να το δουν: είναι ένα μεγάλο μουνί, ένα μουνί ωραίο, υπέροχο, βαθύ, οδυνηρό, σαν πρόσωπο, πλούσιο σε τρίχωμα –έχει πολλά μαλλιά–, μια ιδέα μπλάβο, όπως τα νεογνά στη γέννα. Το μουνί αυτό είναι ένα νέο μουνί. Το νέο αυτό μουνί που βγήκε μαζί με το νέο φεγγάρι δεν είναι ένα μουνί που διατίθεται∙ ο μίσχος του ενώνει το φύλο και το άχθος: είναι ένα μουνί που θέλει να πεθάνεις αργά στην αυτοκρατορία του.

Λεπτομέρεια εικόνας από την επίδειξη μόδας του Maison Margiela.
Επεξεργασία: Νάντια Μεϊδάνη.

*

*

*

 

 

 

 

 

Go home! Γυρίστε σπίτια σας!

*

του ΒΑΓΓΕΛΗ ΚΑΛΦΟΠΟΥΛΟΥ

Ένα παράδοξο σύνθημα πλανάται πάνω από τις ευρωπαϊκές μεγαλουπόλεις: GO HOME! ΓΥΡΙΣΤΕ ΣΠΙΤΙΑ ΣΑΣ! Στόχος και παραλήπτης του είναι συνήθως είτε οι μετανάστες/πρόσφυγες είτε, πιο πρόσφατα, οι τουρίστες. Είναι ο μαζικός τουρισμός που βιώνεται στα πρώτα μεταπανδημικά χρόνια απλώς ένα φαινόμενο που γεννήθηκε από την πανδημία; Ή μήπως υπάρχει μια ουσιαστικότερη σύνδεση που κάνει τόσο τον υπερτουρισμό όσο και τη μετανάστευση να ανάγονται σε μια κοινή ρίζα; Κι αν ναι, ποια είναι αυτή;

Ακολουθώντας τον Πολωνό κοινωνιολόγο Ζίγκμουντ Μπάουμαν μπορούμε να συγκατανεύσουμε στο ότι πρόκειται για ανθρώπινες συνέπειες της παγκοσμιοποίησης. Στο ομότιτλο βιβλίο του αφιερώνει ένα ολόκληρο κεφάλαιο στη διάκριση ανάμεσα στον τουρίστα και τον πλάνητα, διάκριση που θεωρεί ότι ορίζει τη μετανεωτερική κοινωνία που χαρακτηρίζεται σε όλα τα επίπεδα, μπορεί να πει κανείς, από την κινητικότητα. Η διαφορά ανάμεσα στους δύο τύπους, τον τουρίστα και τον πλάνητα, έγκειται στο ότι ο πρώτος μετακινείται εθελούσια ενώ ο δεύτερος εξαναγκάζεται λόγω των συνθηκών στις οποίες ζει[1]. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Μπάουμαν συγκαταλέγει ανάμεσα στους πλάνητες και τα θύματα του λεγόμενου «εξευγενισμού» των γειτονιών, gentrification επί το ελληνικότερο. Η στεγαστική κρίση που παρατηρείται αλλά και η αύξηση του κόστους διαβίωσης, φαινόμενα που πλήττουν κυρίως τους τοπικούς, μη μετακινούμενους, πληθυσμούς, είναι απότοκα του μαζικού τουρισμού. Οι πλάνητες, στοιβαγμένοι είτε σε νέες, φτηνότερες γειτονιές, είτε σε κέντρα φιλοξενίας (μεταναστών, προσφύγων, ηλικιωμένων) δένονται στον νέο τόπο τους, χωρίς επιλογή μετακίνησης, εκτός κι αν εκ νέου αναγκαστούν. Η δε σχέση των τουριστών με τους πλάνητες είναι μια αμφίδρομη σχέση μιας και

«Οι τουρίστες τρέμουν τους πλάνητες για τον ίδιο λόγο που οι πλάνητες έχουν τους τουρίστες ως γκουρού και είδωλα: στην κοινωνία των ταξιδιωτών ο τουρισμός και η αλητεία (vagrancy) είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος»[2]. (περισσότερα…)

«Στο μυαλό σου θα μπαινοβγαίνω»

*
Καθότι γνώστης, κύριε Σατί
είδατε μ’ έναν τόνο
πως αλλάζει η σημασία
ο ρυθμός, η μουσική.

Δονούνται μ’ άλλο τρόπο τα ηχεία
ρίχνεται αλλιώς το ζάρι στη σκηνή
παίρνουν με κάρβουνα σβηστά
φωτιά τα θεωρεία.

Τα, τα, τα, τα, τα, τα
κι άσε να μας φέρει ό,τι θέλει μετά.

Ερίκ, σας άρεσε αυτή η συνταγή;

Εσείς μιλούσατε
για νέα ευαισθησία
μοτίβο συνεχόμενο
και φόρμα κλασική.

Πόνος μην μας έρθει μακάρι
ο άνεμος για πού θα μας πάρει;

Κίνηση συνεχόμενη
φωνή και χειροκρότημα

Κι όλα αλλάζουν γύρω σου απότομα

Τι είναι στις μέρες μας
το πνεύμα, ποιητή;

Πώς θ’ απαντούσες στο ερώτημα

Σάττι ή Σατί;

ΕΙΡΗΝΗ ΠΥΛΑΡΙΝΟΥ

*

*

*

 

 

Οι φοβέρες του Μακρόν

*

του ΚΩΣΤΑ ΜΕΛΑ

Ο Μακρόν επαναλαμβάνει σε τακτά χρονικά διαστήματα την γνωστή πλέον θέση του για την αποστολή στρατευμάτων της Γαλλίας και άλλων κρατών-μελών του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία, αλλά όσο περισσότερο την επαναλαμβάνει τόσο λιγότερο αξιόπιστη γίνεται. Μάλιστα αυτό που κυκλοφορεί υπό τύπον αστείου είναι ότι ο πρόεδρος Μακρόν ουσιαστικά καλεί τους άλλους συμμάχους της Ουκρανίας «να οπλιστούμε και να πάτε στον πόλεμο» και επίσης τους καλεί να πολεμήσουν τους Ρώσους μέχρι τον τελευταίο Ουκρανό! Το αστείο υπό μίαν έννοια ακουμπά και σε μια αντικειμενική βάση δεδομένου ότι η Γαλλία έχει τη μικρότερη προσφορά βοήθειας[1] –πάσης φύσεως– προς την Ουκρανία…

Μεγαλοστομίες του Γάλλου προέδρου ο οποίος ξαφνικά έγινε ιέρακας; Κάθε πολιτική ρητορεία βέβαια έχει και την εξήγησή της: στην περίπτωση του Γάλλου προέδρου η βασική εξήγηση που δίνεται έχει να κάνει με την εκδίωξη των γαλλικών στρατευμάτων από την περιοχή του Σαχέλ –του Νίγηρα, του Μάλι και της Μπουρκίνα Φάσο– και η αντικατάστασή τους από είτε απευθείας από ρωσικές δυνάμεις, είτε μέσω της Wagner. Αυτή η «ταπείνωση» γίνεται αισθητή στο Μέγαρο των Ηλυσίων και ιδιαίτερα στον Μακρόν, ο οποίος, λένε οι αντίπαλοί του, έβλαψε τα εθνικά και επιχειρηματικά συμφέροντα της Γαλλίας στο εξωτερικό, και μάλιστα σε περιοχές οι οποίες παραδοσιακά βρίσκονταν στην επιρροή της.

Η δεύτερη εξήγηση της ρητορικής Μακρόν είναι ότι θέλει να χρησιμοποιήσει τον φόβο της ρωσικής απειλής για την Ευρώπη προκειμένου να βοηθήσει τη Γαλλία να αποκτήσει ηγετική θέση στην ηπειρωτική χώρα, ενισχυμένος από το γεγονός ότι μόνο το Παρίσι διαθέτει πυρηνικό αποτρεπτικό μέσο, ​​στοιχείο που σε ένα πλαίσιο στρατιωτικής αντιπαράθεσης με μια τεράστια ατομική δύναμη όπως η Ρωσία θεωρητικά έχει αναμφίβολα το βάρος του, αλλά ουσιαστικά ελάχιστο ή καθόλου σε πραγματικό συσχετισμό πυρηνικής ισχύος. (περισσότερα…)

Η απογραφή

*

Η βοηθός του γιατρού ήταν κατηγορηματική: πρέπει να εκτελέσετε τη συνταγή στο φαρμακείο του ΕΟΠΥΥ εντός του έτους. Άρα, σκέφτηκε επιστρέφοντας σπίτι, η μόνη μέρα που έχω είναι αύριο – ας ελπίσω ότι θα έχουν το φάρμακο. Πρωί πρωί έβαλε τα αθλητικά της, πήρε την τσάντα-ψυγείο για το φάρμακο και ξεκίνησε ευδιάθετη χάρη στην ανοιξιάτικη μέρα – τέλειωνε ο Δεκέμβρης και το θερμόμετρο δεν έδειχνε κάτω από 16ο. Ευτυχώς η Καλλιθέα ήταν κοντά, απόσταση που έκανε άνετα πεζή – κανονικά δεν θα ’βρισκε μεγάλη ουρά. Το φαρμακείο ήταν στη Δαβάκη, σε ένα άθλιο κτίριο, το οποίο είχε απέξω δύο παγκάκια για να κάθονται έξι από τους συνήθως είκοσι έως και σαράντα ανθρώπους που περίμεναν τη σειρά τους.

Πλησιάζοντας την παραξένεψε το γεγονός ότι δεν περίμενε κανείς ούτε όρθιος ούτε καθιστός, σημάδι ότι το φαρμακείο ήταν κλειστό. Όταν έφτασε απέξω διάβασε: Μεταφερθήκαμε Κολοκοτρώνη 146, Τζιτζιφιές. Θα ’χει πολύ κόσμο αλλά δεν γίνεται κι αλλιώς, το φάρμακο είναι απαραίτητο αν θέλει να διατηρήσει το φως της, αρκεί να το έχουν. Προσπαθώντας να είναι αισιόδοξη, αποφάσισε να περπατήσει ώς τις Τζιτζιφιές, για να νιώθει ότι δεν πάει αναγκαστικά αλλά για άσκηση.

Η διαδρομή αποδείχτηκε μεγαλύτερη από όσο περίμενε. Περπατούσε μία ώρα και πάλι είδε κι έπαθε να βρει το κτίριο. Αντίθετα από την τεράστια ουρά που περίμενε ότι θα βρει, κανείς δεν περίμενε και η πόρτα ήταν κλειστή με σιδεριά περίφρακτη. Έπρεπε να πλησιάσει πολύ κοντά και να βάλει τα γιαλιά της για να διαβάσει. Κλειστόν λόγω απογραφής, Απευθυνθείτε στο φαρμακείο του Ρέντη. Απίστευτο! Τι τους κόστιζε να βγάλουν ανακοίνωση ώστε να μην ταλαιπωρείται ο κόσμος… (περισσότερα…)

«Το τραγικόν ειδύλλιον δύο ποιητών» [1/3]

*

Γράφει η ΕΙΡΗΝΗ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΙΔΟΥ

«Η Ανθούλα τώρα με γερμένο το κεφάλι της μιλούσε με το θάνατο. Στεκόμουν στη μέση της κάμαρας, τρελός μέσα στην απελπισία μου… Δεκάξι του μηνός Απριλίου, Αγάπης, Ειρήνης, Χιονίας μαρτύρων. Εν αγάπη μένε. Εν ειρήνη αναπαύσου. Λευκοτέρα χιόνος. Ένα πάθος είχε πεθάνει»  γράφει ο Γιώργος Βαφόπουλος όταν χάνει τον μεγάλο του έρωτα. Ο ποιητής πρωτογνωρίστηκε με την 15χρονη τότε Ανθούλα Σταθοπούλου το 1924. Όταν εκείνη, σύζυγός του πλέον, πεθαίνει από φυματίωση το 1935, είναι 26 ετών.

Η Ανθούλα Σταθοπούλου-Βαφοπούλου φοίτησε στο Ανώτερο Παρθεναγωγείο και στη Γαλλική Σχολή Καλογραιών. Για σύντομο χρονικό διάστημα εργάστηκε στη Δημαρχία Θεσσαλονίκης και στη συνέχεια στράφηκε στο θέατρο και γράφτηκε στη Δραματική Σχολή του Ωδείου της Θεσσαλονίκης. Στη λογοτεχνία πρωτοεμφανίστηκε με δημοσιεύσεις στίχων της σε λογοτεχνικά περιοδικά της συμπρωτεύουσας και της Αθήνας (Μακεδονικές Ημέρες, Νέα Αλήθεια, Νέα Εστία κ.α.). Το 1932 κυκλοφόρησε η πρώτη και μοναδική της ποιητική συλλογή με τίτλο Νύχτες αγρύπνιας, ενώ τα δύο έργα της για το θέατρο (Ντίνα Πέλλη και Την τελευταίαν στιγμή, γραμμένα το 1934) παραστάθηκαν από τη Δραματική Σχολή του Ωδείου Θεσσαλονίκης σε σκηνοθεσία του Τάκη Μουζενίδη.

*

*

Ένα χρόνο μετά, με έξοδα του δήμου Θεσσαλονίκης και επιμέλεια του Γιώργου Βαφόπουλου, κυκλοφορεί η έκδοση Έργα με συγκεντρωμένα τα ποιήματα, τα διηγήματά και τα δύο θεατρικά της έργα. Στον πρόλογο της έκδοσης, ο Γρηγόριος Ξενόπουλος γράφει:

Μα τώρα πάλι ρωτιέμαι: ποιος θα γνωρίσει έτσι την ψυχή της, ποιος θα διαβάσει τα έργα της, ποιος θα γνωρίσει την ψυχή της και δε θα την αγαπήσει σαν εμάς; (περισσότερα…)

Πώς παράγονται οι επιστημονικές αλήθειες

*

του ΗΛΙΑ ΑΛΕΒΙΖΟΥ

Η εισαγωγή των παιδιών στην περιοχή των καθαυτό μαθηματικών γίνεται συνήθως (τουλάχιστον στην Ελλάδα) στο γυμνάσιο, όταν κι έρχονται για πρώτη φορά σε επαφή με την ευκλείδεια γεωμετρία. Λέμε «καθαυτό μαθηματικών» για να αναφερθούμε στον κλασσικό τρόπο παραγωγής μαθηματικών αληθειών, αυτόν που ξεκινάει από λίγα βασικά αξιώματα και με βάση αυστηρούς παραγωγικούς συλλογισμούς κατασκευάζει με αποδεικτικό τρόπο ολόκληρο εκείνο το σύμπαν των επιπλέον θεωρημάτων – όπως το γνωστό πυθαγόρειο θεώρημα. Το βασικό σύγγραμα του Ευκλείδη, τα Στοιχεία του, θεωρούνται ακόμα και σήμερα, παρά τις προόδους των μαθηματικών, ως ένα εμβληματικό κείμενο. Δικαίως. Ο λόγος του θαυμασμού δεν έγκειται τόσο στα συμπεράσματα και θεωρήματα που περιέχει όσο κυρίως στο επίτευγμα του Ευκλείδη να εντάξει ένα μέχρι τότε «σκόρπιο» σώμα γνώσης εντός ενός περιεκτικού και εσωτερικά συνεπούς συστήματος. Ήταν ακριβώς η συνεπής εφαρμογή της μεθόδου των παραγωγικών συλλογισμών που χάρισε στα Στοιχεία τη φήμη τους. Σήμερα, εξοικειωμένοι καθώς είμαστε με τα μαθηματικά, είναι δύσκολο να εκτιμήσουμε τη σημασία και τη βαρύτητα αυτής της ευκλείδειας επίνοιας. Τηρουμένων των αναλογιών, η μετάβαση προς τον ευκλείδειο τρόπο σκέψης είναι σαν τη μετάβαση από μια πολυθεϊστική σε μια μονοθεϊστική θρησκεία.

Αυτό λοιπόν είναι το πρότυπο για την παραγωγή στέρεας και βέβαιης γνώσης. Και πάνω σε αυτό συνεχίζεται η εκπαίδευση των παιδιών, όχι μόνο στα μαθηματικά, αλλά επί της ουσίας και στα υπόλοιπα επιστημονικά πεδία, πάντα με την απαραίτητη προσθήκη των πειραμάτων (αν και στην Ελλάδα τα πειράματα στο σχολείο συνήθως είναι πολυτέλεια). Ξεκινώντας από μαθηματικά αξιώματα, φυσικούς νόμους και βιολογικές αρχές, παράγονται τα θεωρήματα, τα φυσικά φαινόμενα και η ποικιλομορφία της ζωής. Όσοι τυχόν έχουν κάνει τη θητεία τους σε κάποια πανεπιστημιακή σχολή θετικής κατεύθυνσης, θα θυμούνται ασφαλώς ότι το ίδιο μοτίβο ακολουθείται απαράλλαχτο και στα πανεπιστημιακά συγγράμματα. Το αποτέλεσμα: ένας «μορφωμένος» επιστήμονας, βγαίνει από μια σχολή ως «χρήσιμο και παραγωγικό μέλος αυτής της κοινωνίας» νομίζοντας ότι ξέρει πώς παράγονται οι επιστημονικές αλήθειες. Βάζει κανείς κάτω τα δεδομένα, χρησιμοποιεί τον τάδε νόμο, εφαρμόζει το δείνα θεώρημα και προκύπτει το αποτέλεσμα. Μετρημένα κουκιά. Δεν σπαταλήθηκαν ανούσια τόσα χρόνια στα θρανία.

Στην πραγματικότητα, αυτή η αντίληψη για την παραγωγή της επιστημονικής γνώσης δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια ιδεολογική κατασκευή. Το πρότυπο της ευκλείδειας γεωμετρίας είναι εκπαιδευτικά χρήσιμο ακριβώς επειδή είναι πρότυπο, δηλαδή ένα ιδεώδες για το πώς θα έπρεπε να παράγεται η γνώση κι όχι γιατί περιγράφει το πώς πράγματι παράγεται. Η χρησιμότητα του έγκειται όχι τόσο στην αποδεικτική του αξία, αλλά περισσότερο στις δυνατότητες που παρέχει για οργάνωση της γνώσης – και η γνώση θέλει τον ταιηλορισμό της! Εν πάση περιπτώσει, στις σύγχρονες «κοινωνίες της γνώσης», όπως αρέσκονται να αυτοαποκαλούνται, η πλειοψηφία των υπηκόων δεν έχει την παραμικρή ιδέα για το πώς παράγεται στην πράξη η επιστημονική γνώση, ακόμα κι αν έχουν εκπαιδευτεί ως επιστήμονες. Με μοναδική εξαίρεση όσους εμπλέκονται άμεσα στη μηχανή που λέγεται παραγωγή έρευνας. (περισσότερα…)

Η «πρωτόγονη» ποίηση

*

τοῦ ΓΙΩΡΓΗ ΜΑΝΟΥΣΑΚΗ

Ἐπιλογὴ ‒ Ἐπιμέλεια Ἀγγελικὴ Καραθανάση

Κάποτε τοὺς ὀνομάζαμε «ἄγριους» καὶ περιφρονούσαμε κάθε τὶ δικό τους. Τώρα τοὺς λέμε μόνο «πρωτόγονους»[1] κι ἡ λέξη ἔχει χάσει τὸ μεγαλύτερο μέρος ἀπὸ τὴν ὑποτιμητική της σημασία. Γεμίζομε τὰ μουσεῖα μας μὲ τὶς τελετουργικές τους μάσκες, τὰ ὅπλα, τὰ γλυπτά τους, καταγράφομε κι ἠχογραφοῦμε τὰ τραγούδια τους, ἀποτυπώνομε σὲ ταινίες τοὺς χορούς τους κι ἀνακαλύπτομε, ὄχι σπάνια, πὼς μᾶς συγκινοῦνε πιὸ πολὺ ἀπ’ ὅ,τι τὸ ἔργο κάποιου χτεσινοῦ ἀκόμη ποιητῆ ἢ ζωγράφου πού ’ζησε καὶ δημιούργησε ἀνάμεσά μας. Μ’ ὅλη τὴν τεράστια ἀπόσταση, τοπικὴ ἴσως καὶ χρονική, τὶς διαφορὲς στὸν πολιτισμό, στὴν κοινωνικὴ ὀργάνωση, στὴ θρησκεία, στὴ νοοτροπία ποὺ μᾶς χωρίζουν ἀπὸ τὸν ἀνώνυμο γλύπτη τῆς Ὠκεανίας ἢ τὸν ἄγνωστο ποιητὴ τῆς Δυτικῆς Ἀφρικῆς, τὸ ξόανο τοῦ πρώτου καὶ τὸ τραγούδι τοῦ δεύτερου συχνὰ φτάνουν ὁλόισια στὴν καρδιά μας.

Ὁ ὅρος «πρωτόγονος», ὅταν ἀναφέρεται στὴν Τέχνη, σχεδὸν χάνει τὸ νόημά του. Γιὰ τὴν ἐπιστήμη ἔχει πρωταρχικὴ σημασία τὸ ἐπίπεδο τοῦ πολιτισμοῦ κι ἡ μόρφωση ἐκείνου ποὺ θ’ ἀσχοληθεῖ μαζί της. Ὁ ἐπιστήμονας πρέπει νά ’ναι κάτοχος ὅλου τοῦ ὄγκου τῆς γνώσης πού ’χει μαζευτεῖ ὣς τὴν ἐποχή του καὶ ποὺ ἐξακολουθεῖ νὰ μαζεύεται κάθε μέρα. Γιὰ τὴν Τέχνη δὲν εἶναι τὸ ἴδιο. Ἡ καλλιτεχνικὴ δημιουργία ἔχει τὴν πηγή της στὸ συναίστημα ποὺ ἀπὸ τὴ φύση του εἶν’ ἄλογο. Ἡ μόρφωση κι ἡ πνευματικὴ καλλιέργεια τοῦ καλλιτέχνη μπορεῖ νὰ συντελοῦνε στὸ νὰ γίνει τέλεια ἡ μορφὴ τοῦ ἔργου τῆς Τέχνης ἢ νὰ τὸ πλουτίζουνε μὲ βαθύτερες ἀνησυχίες καὶ προβλήματα, μὰ δὲν εἶναι πάντα ἀπαραίτητες. Ἀρκοῦν οἱ ἁπλὲς ἐμπειρίες τῆς ζωῆς. Ὅταν αὐτὲς ἀγγίξουνε τὶς συναιστηματικὲς χορδὲς κάποιου πού, ἐξὸν ἀπὸ τὴν εὐαιστησία, θά ’χει καὶ τὸ χάρισμα νὰ βλέπει τὸν κόσμο μέσ’ ἀπὸ τὸ κρύσταλλο τῆς ὀμορφιᾶς, θὰ γεννηθεῖ τὸ ποίημα τοῦ λόγου ἢ τῆς ὕλης.

Στὴν ἱστορία τοῦ ἀνθρώπου ἡ Τέχνη ἔρχεται πρὶν ἀπὸ τὰ κατορθώματα τοῦ νοῦ. Οἱ μακρινοὶ πρόγονοί μας δὲν εἴχανε μάθει νὰ τρυποῦνε καὶ νὰ πελεκοῦνε τὴν πέτρα κι ὅμως γεμίζανε μὲ ζωγραφιὲς τὶς σπηλιὲς ὅπου κατοικούσανε. Τὸ μυαλό τους ἦταν ἀκόμη βαρύ, «ἕνα κουβάρι σκοτεινὸ» ποὺ δὲν εἶχε ἀρχίσει νὰ ξετυλίγεται. Μέσα τους ὅμως ἀναβόσβηναν οἱ ἀστραπὲς τοῦ τρόμου καὶ τῆς χαρᾶς, σηκώνουνταν τὰ κύματα τοῦ μίσους καὶ τοῦ ἔρωτα. Τὰ μάτια τους ἀνακαλύπτανε κιόλας πὼς κάποιες γραμμὲς εἶναι πιὸ ἁπαλὲς ἀπὸ τὶς ἄλλες, κάποια χρώματα πιὸ ταιριαστὰ στὸ συνδυασμό τους· τ’ αὐτιά τους ξεχώριζαν ἤχους ποὺ χύνανε στὴν ψυχή τους μιὰ ἀνείπωτη γλύκα. Βρήκανε πὼς ὁ φόβος τους μπροστὰ στὰ γιγάντια θηρία μποροῦσε νὰ χαραχτεῖ στὴν πέτρα σὰν ἕνα τριχωρὸ μαμούθ, πὼς ἡ χαρὰ κι ἡ περηφάνεια τους γιὰ τὸ θήραμα ποὺ σκοτώσανε μὲ τὰ ἴδια τους τὰ χέρια μποροῦσε ν’ ἀποτυπωθεῖ στὸ τοίχωμα τῆς σπηλιᾶς μὲ τὴ μορφὴ ἑνὸς ταράνδου ποὺ τρέχει. Ἡ ἐρωτικὴ λαχτάρα ἔγινε ρυθμικὴ κίνηση τοῦ κορμιοῦ, κι ἡ εὐμένεια τῶν πνευμάτων ἐξασφαλίστηκε μ’ ἕνα πλῆθος ὕμνους κι ἱκεσίες. (περισσότερα…)

Tο ημερολόγιο της Λουντμίλας

*

M A R G I N A L I A
γράφει ο Γιώργος Πινακούλας

Βρισκόμαστε στις αρχές της δεκαετίας του 1950. Ο απόστρατος στρατιωτικός Λουντμίλος ζει μια ήσυχη ζωή σε μια παραθαλάσσια γαλλική πολίχνη, στην Ετρετά της Νορμανδίας. Ο ανέφελος βίος του όμως θα διακοπεί απότομα, όταν θα προσκληθεί στην ανάγνωση της διαθήκης της πρώην συζύγου του Λουντμίλας, που είχε πεθάνει λίγες μέρες νωρίτερα. Όπως αποδεικνύεται, η Λουντμίλα του κληροδότησε το σπίτι της στη Ρουέν, εκείνο το ίδιο σπίτι στο οποίο είχαν ζήσει τον έρωτά τους πολλά χρόνια πριν. Εκεί, ανάμεσα στα βιβλία της, ο Λουντμίλος θ’ ανακαλύψει το ημερολόγιό της, όπως θ’ ανακαλύψει και τον πόνο που της προκάλεσε. Διαβάζοντας το ημερολόγιο, ξαναζεί, μέσα απ’ τα μάτια της Λουντμίλας, τον έρωτά τους, αλλά και τις μάταιες προσπάθειές της να τον ξεπεράσει στα χρόνια που ακολούθησαν. Πάνω στις οδυνηρές αναμνήσεις της Λουντμίλας χτίζεται το υπέροχο μυθιστόρημα Οι αλεπούδες του Περ-Λασαίζ της Ρένας Λούνα.

Η αγγελία του θανάτου της πρώην γυναίκας του θα επηρεάσει βαθιά τον Λουντμίλο. Καθώς συνειδητοποιεί πως δε θα ξανασμίξουν, κι ας είχαν ήδη χρόνια να ιδωθούν, συντρίβεται, κι ας μην τολμά να το παραδεχτεί ούτε στον εαυτό του. Το παλιό τραύμα ξανανοίγει και ο Λουντμίλος βυθίζεται σ’ ένα σκοτεινό όραμα: (περισσότερα…)

Μόλις φτάσει η άνοιξη

*

ΜΟΛΙΣ ΦΤΑΣΕΙ Η ΑΝΟΙΞΗ

Είδα να σέρνουν τη γη στο σφαγείο, σου είπα.
Αυτά είναι εφιάλτες, μου είπες,
θα τελειώσουν
μόλις φτάσει στην πόρτα σου η άνοιξη.

Όμως η άνοιξη άργησε, άργησε τόσο πολύ
που ο εφιάλτης μου τώρα
είναι η άνοιξη η ίδια.
Δεν μπορώ να ξεκρεμάσω τη γη,
δεν ξέρω καν ποιος την κρέμασε εκεί στο τσιγκέλι,
και τον μόνο που βρίσκω για να πάρω εκδίκηση
είναι ο εαυτός μου ο ίδιος:
«Εσύ ήσουν αυτός που την κρέμασε…
Εσύ ήσουν αυτός που την κρέμασε».

Βέβαιος πως εκείνος κρέμασε τη γη,
ο εαυτός μου τώρα αρνείται πια να ξυπνήσει
απ’ το σφαγείο των τύψεων.

ΝΑΤΖΟΥΑΝ ΝΤΑΡΟΥΪΣ

~.~

Ο Νατζουάν Νταρουίς είναι Παλαιστίνιος ποιητής.
Γεννήθηκε τον Δεκέμβρη του 1978 στα Ιεροσόλυμα.

Μετάφραση ΧΡΙΣΤΌΦΟΡΟΣ ΠΑΡΡΑΣ

*

*

*